- βραχύτεροι
- βραχύςshortmasc nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ιβίσκος — (Hibiscus). Γένος φυτών της οικογένειας των μαλαχιδών (δικοτυλήδονα). Μερικά είδη κατάγονται από την Ανατολή, ενώ άλλα από τη βόρεια Αφρική. Τα φύλλα του είναι κατ’ εναλλαγή, λοβώδη, παλαμόνευρα, έμμισχα. Τα άνθη έχουν πέντε πέταλα. Αυτά… … Dictionary of Greek